Η δημόσια συζήτηση γύρω από την υπόθεση του 6χρονου μαθητή στο Λουτράκι έχει επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στη στάση της δασκάλας: αν ήταν «υπερβολική», «ασταθής» ή «αντέδρασε λανθασμένα». Όμως, σύμφωνα με την εγκληματολόγο και πραγματογνώμονα Δρ. Κέλλυ Ιωάννου, το πραγματικό ζήτημα βρίσκεται αλλού.
Η Δρ. Ιωάννου, Καθηγήτρια Εγκληματολογίας & Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο ICPS College και Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο UCLan, εξηγεί ότι η ουσία δεν είναι να πάρει κανείς το μέρος της εκπαιδευτικού ή του παιδιού, αλλά τι γίνεται θεσμικά όταν ένα παιδί τόσο μικρής ηλικίας εμφανίζει σεξουαλικοποιημένες ή οριακά ακατάλληλες συμπεριφορές – ανεξάρτητα από το αν συνέβησαν στην παρούσα υπόθεση ή όχι.
«Ένα παιδί που αγγίζει ακατάλληλα δεν είναι εν δυνάμει βιαστής»
Όπως σημειώνει η Δρ. Ιωάννου, ένα παιδί 6 ετών που αγγίζει ακατάλληλα άλλα παιδιά ή ενήλικες δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως φορέας “κακής πρόθεσης”, αλλά ως παιδί που χρειάζεται διερεύνηση, προστασία και κατάλληλη εκπαίδευση.
Η διεθνής επιστημονική βιβλιογραφία για τις «προβληματικές σεξουαλικές συμπεριφορές» στα παιδιά 5–7 ετών δείχνει ότι τέτοια περιστατικά συνήθως συνδέονται με ένα από τα ακόλουθα:
1. Έκθεση σε πορνογραφικό υλικό
Παιδιά αυτής της ηλικίας δεν επινοούν πολύπλοκες σεξουαλικές κινήσεις. Συχνά έχουν εκτεθεί, έστω και τυχαία, σε περιεχόμενο σε κινητά, τάμπλετ ή τηλεόραση.
2. Συνθήκες στο οικογενειακό περιβάλλον
Έρευνες δείχνουν σύνδεση ανάμεσα σε προβληματικές σεξουαλικές συμπεριφορές και:
-
ενδοοικογενειακή βία,
-
παραμέληση,
-
χρήση ουσιών,
-
σοβαρές συγκρούσεις στο σπίτι.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η σεξουαλικοποιημένη συμπεριφορά λειτουργεί συχνά ως σύμπτωμα ευρύτερης αποδιοργάνωσης.
3. Αναπτυξιακοί ή νευροαναπτυξιακοί παράγοντες
Παιδιά με ΔΕΠΥ, διαταραχές αυτιστικού φάσματος ή νοητική υστέρηση μπορεί να δυσκολεύονται με όρια, παρορμητικότητα και κοινωνικούς κανόνες. Χρειάζονται καθοδήγηση και εκπαίδευση, όχι στιγματισμό.
4. Πιθανή σεξουαλική κακοποίηση
Αν και δεν είναι η συχνότερη αιτία, αποτελεί έναν παράγοντα που πρέπει υποχρεωτικά να διερευνηθεί θεσμικά.
Σε διεθνείς μελέτες, μέρος των παιδιών με τέτοιες συμπεριφορές έχει ιστορικό:
-
κακοποίησης,
-
μαρτυρίας σε σεξουαλικές πράξεις ενηλίκων,
-
έκθεσης σε τραυματικό σεξουαλικό περιεχόμενο.
Το διεθνές πρωτόκολλο: Όχι σχολείο ➜ αστυνομία
Σε πολλές χώρες, πριν φτάσει ένα περιστατικό στη δικαστική ή αστυνομική διαδικασία, μεσολαβεί ένα οργανωμένο ενδιάμεσο στάδιο αξιολόγησης και προστασίας του παιδιού.
Αυτό περιλαμβάνει:
-
εξειδικευμένη αξιολόγηση από παιδοψυχολόγους, παιδοψυχιάτρους, εγκληματολόγους ή δικαστικούς ψυχολόγους,
-
διεπιστημονική συνεργασία σχολείου, υγείας και κοινωνικών υπηρεσιών,
-
εστίαση στο «πώς έμαθε το παιδί αυτή τη συμπεριφορά» και όχι στην τιμωρία του.
Παράλληλα, αξιολογείται και ο τρόπος με τον οποίο ο εκπαιδευτικός έκανε την αναφορά, ώστε να υπάρχει αντικειμενικότητα και ορθή διαχείριση.
«Η συζήτηση δεν είναι δασκάλα ή παιδί – είναι κράτος ή αυτοσχεδιασμός;»
Η Δρ. Ιωάννου θέτει το κεντρικό ερώτημα:
Έχει η χώρα εξειδικευμένο, οργανωμένο μηχανισμό για να αξιολογεί τέτοιες συμπεριφορές σε τόσο μικρά παιδιά ή οι γονείς και τα σχολεία αφήνονται να αυτοσχεδιάσουν μεταξύ άρνησης και καταγγελίας;
Σε μια κοινωνία όπου η πρόσβαση σε ακατάλληλο περιεχόμενο είναι πιο εύκολη από ποτέ και η οικογενειακή δυσλειτουργία δεν είναι σπάνια, η ανάγκη για οργανωμένη, επιστημονική και παιδοκεντρική προσέγγιση είναι επιτακτική.
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι ποιος έχει δίκιο. Το ζήτημα είναι αν το κράτος διαθέτει τις δομές να προστατεύει τα παιδιά – όλα τα παιδιά.
Βιβλιογραφία:
IsthmosNews.gr — Το site που έγινε καθημερινή σου συνήθεια.