Του Γιώργου Ραυτόπουλου
Δεν υπάρχει ακριβής χρονικός προσδιορισμός της Gen Ζ. Άλλοι την τοποθετούν από τις γενιές από το 1995 κι έπειτα, ενώ άλλοι από το 2000. Ως προς τα επιμέρους στοιχεία της Gen Ζ, το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι μεγάλωσε στον κόσμο του διαδικτύου και της ψηφιοποίησης. Επομένως, χειρίζεται με άνεση τις νέες τεχνολογίες, τις οποίες έχει ενσωματώσει στην καθημερινότητά της και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται διεθνώς ως «ψηφιακά ιθαγενής».
ΒΙΒΛΙΑ, ΚΙΝΗΤΑ, ΣΧΟΛΕΙΑ
Στην Gen Ζ προσάπτεται συχνά πως είναι «παγιδευμένη» στον κόσμο του διαδικτύου, «εθισμένη» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μη ασχολούμενη με δραστηριότητες που καλλιεργούν το πνεύμα και τη μόρφωσή, όπως για παράδειγμα το διάβασμα βιβλίων. Παρόλα αυτά, τα εφόδια που κερδίζουν οι νέοι και οι νέες ασχολούμενοι σε καθημερινή βάση με τις νέες τεχνολογίες ανοίγουν πόρτες και ευκαιρίες, τις οποίες προηγούμενες γενιές δεν είχαν στο παρελθόν.
Το γεγονός ότι τα smartphones και τα tablets έχουν αποκτήσει κομβικό ρόλο στις ζωές των μαθητών έχει άμεσο αντίκτυπο στην εκπαίδευσή τους. Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε περιφέρειες του Καναδά κατά την δεκαετία του 2010, παρατηρήθηκε πτώση των βαθμολογιών τους σε μαθήματα όπως τα μαθηματικά ή η φυσική. Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης η Apple δημοσίευσε μία δική της έρευνα, σύμφωνα με την οποία η πτώση των μαθητικών επιδόσεων, οφείλεται στο γεγονός ότι τα βιβλία και οι πίνακες δεν θεωρούνται από τη νέα γενιά ελκυστικά μέσα διδασκαλίας και πρότεινε την εισαγωγή υπολογιστών και tablet στα σχολεία.
Ωστόσο άλλες έρευνες αντέκρουσαν νωρίς τον ισχυρισμό του τεχνολογικού κολοσσού. Σύμφωνα με αυτές, οι μαθητές/-τριες έτειναν να αποσπώνται με την χρήση νέων τεχνολογικών συσκευών, όταν εκείνες εμπεριείχαν εφαρμογές, όπως βιντεοπαιχνίδια ή δημοφιλείς πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Παρόλα αυτά, η ψηφιοποίηση είναι πλέον γεγονός. Συνεπώς, τα εκπαιδευτικά συστήματα καλούνται να βρουν τρόπους ώστε τα νέα τεχνολογικά μέσα να συνδράμουν αποτελεσματικά στην μόρφωση και εκπαίδευση.
ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΕΡΓΟΔΟΤΗ - ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ
Δεν είναι, όμως, μόνο η εκπαίδευση που πρέπει να προσαρμοστεί στις ιδιαιτερότητες της νέας γενιάς. Η αγορά εργασίας καλείται γενικότερα να βρει νέους τρόπους ένταξης της Gen Z στην οικονομία, η οποία μεταβάλλεται συνεχώς υπό το πρίσμα νέων τεχνολογικών καινοτομιών όπως το AI, υπολογίζοντας ταυτόχρονα τον δυναμισμό που χαρακτηρίζει τη σημερινή νεολαία.
Από τη σκοπιά των διευθυντών ανθρωπίνου δυναμικού, οι υψηλές προσδοκίες της Gen Ζ είναι συχνά δύσκολο να συμβιβαστούν με την πραγματικότητα της αγοράς εργασίας. Πολλά στελέχη σχολιάζουν ότι τα νέα ταλέντα υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους, ιδίως όσον αφορά τις αποδοχές που επιδιώκουν. Εκτός αυτού, καλλιεργούνται συχνά στερεότυπα, όπως ότι πρόκειται για μία γενιά των «εύκολων λύσεων», που είναι παρορμητική και έχει έλλειψη ρεαλισμού.
Η πραγματικότητα είναι, πάντως, ότι η ζυγαριά στην αγορά εργασίας πλησιάζει την ισορροπία. Δεν κλίνει πια από πλευράς ισχύος προς την πλευρά του εργοδότη όπως στα χρόνια της κρίσης. Σε αυτήν την εξισορρόπηση της ισχύος έχουν συμβάλλει καταλυτικά οι νεότερες γενιές που μπήκαν στην αγορά εργασίας με πρωταγωνίστρια τη Gen Z. Ακόμη και οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που είναι παραδοσιακά η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, έχουν κατανοήσει την ανάγκη να μετασχηματιστούν για να προσελκύσουν υποψηφίους. Ταυτόχρονα, η φήμη του εργοδότη αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστικό παράγοντα για την προσέλκυση ανθρώπινου δυναμικού.
ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ
Πράγματι, η Gen Ζ θέτει επίμονα στον χώρο εργασίας τα αιτήματα και τις απαιτήσεις της και ως έναν βαθμό ίσως να δρα παρορμητικά σε κάποιες περιπτώσεις. Οι υψηλές μισθολογικές απαιτήσεις της νέας γενιάς οφείλονται εν μέρει στην οικονομική αβεβαιότητα, η οποία επιδεινώνεται λόγω της αύξησης του κόστους ζωής. Επομένως, οι επιχειρήσεις καλούνται να αναπτύξουν ελκυστικά μοντέλα αμοιβών που να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες αυτές, χωρίς να υπερβαίνουν τα δικά τους οικονομικά όρια.
Ωστόσο αγνοείται συχνά, ότι οι μισθολογικές προσδοκίες των νέων δεν είναι κάποια πρωτότυπη απαίτηση. Όπως έδειξε έρευνα του γερμανικού ιδρύματος Friedrich Ebert (FES), η Gen Ζ δεν είναι η μόνη που θέτει ως βασική προτεραιότητα την εξασφάλιση ενός βιώσιμου εισοδήματος, καθώς οι γενιές X και Y θέτουν επίσης το ζήτημα, κινούμενες προς την ίδια κατεύθυνση. Η σημαντική μείωση της ανεργίας σε συνδυασμό με την ένταξη της γενιάς Ζ στην αγορά εργασίας έχουν αλλάξει το τοπίο. Ο εργοδότης δεν είναι πλέον το απόλυτο «αφεντικό» που ορίζει τους κανόνες. Πλέον, οι κανόνες συναποφασίζονται με τους εργαζομένους. Αν ο μισθός δεν είναι αρκετός, αν η επιχείρηση δεν λειτουργεί σωστά, ο εργαζόμενος απλώς αλλάζει δουλειά.
Έτσι, ο κατώτατος μισθός πολύ σύντομα θα βγει από το κάδρο. Θα είναι ελάχιστες οι εταιρείες που θα βρίσκουν υπαλλήλους, που θα αποδέχονται τον κατώτατο μισθό. Και φυσικά αν δεν μειωθούν οι μη μισθολογικές εισφορές, τότε η Ελλάδα θα βρεθεί τελικά κάτω και από τη Βουλγαρία σε επίπεδο καθαρού διαθέσιμου εισοδήματος. Τα παραπάνω στοιχεία παρουσιάστηκαν τον Νοέμβριο από την Adecco, εταιρεία παροχής υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού στους τομείς εύρεσης και επιλογής προσωπικού και προσωρινής απασχόλησης.
Η GEN Z ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΥΧΝΑ ΔΟΥΛΕΙΑ
Οι εταιρείες στοχεύουν στην μακροπρόθεσμη διατήρηση της νέας γενιάς εργαζομένων, ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν παραγωγικά τις δεξιότητές τους. Ωστόσο έχει παρατηρηθεί πώς η Gen Ζ αλλάζει εύκολα εργασιακό περιβάλλον.
Η προθυμία της Gen Z να αλλάξει εργασία έγκειται στις προσδοκίες της για επαγγελματική ανέλιξη. Επιδιώκει γρήγορες ευκαιρίες προαγωγής και σαφείς πορείες σταδιοδρομίας. Εάν η εκάστοτε εταιρεία δεν εκπληρώνει αυτές τις προσδοκίες, οι νέοι και οι νέες στρέφονται συχνά αλλού, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να μην επωφελούνται από τις δυνατότητές τους, παρά το γεγονός ότι έχουν επενδύσει στην κατάρτισή τους. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες καλούνται να βρουν νέα ελκυστικά «πακέτα» ώστε να διατηρήσουν μακροπρόθεσμα το ανθρώπινο δυναμικό τους.
Επομένως, η βασική διαφορά της Gen Ζ συγκριτικά με τις προηγούμενες γενιές, πέρα από την τεχνολογική-ψηφιακή της εξοικείωση, είναι η ηθική διάσταση που προσδίδει στο εργασιακό περιβάλλον. Απαιτεί η μεταχείριση της να κινείται σε ένα πλαίσιο, στο οποίο λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητές της και να εισπράττει αναγνώριση. Για αυτόν τον λόγο ζητά ισορροπία μεταξύ επαγγελματικών υποχρεώσεων και προσωπικής ζωής, δίνοντας βάρος σε ζητήματα ψυχικής υγείας και είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές, εφόσον το κρίνει απαραίτητο.
ΜΑΘΗΤΕΣ - ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ
Εστιάζοντας στην ελληνική πραγματικότητα, αξίζει να σταθεί κανείς στα ευρήματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε από την «Orientum-Σύμβουλοι σταδιοδρομίας». Η Orientum μέσα από τα 20 χρόνια εμπειρίας της έρχεται καθημερινά σε επαφή με μαθητές/τριες λυκείου, όταν ξεκινούν την αναζήτηση των επαγγελματικών τους επιλογών. O Σπύρος Μιχαλούλης, συνιδρυτής της Orientum επισημαίνει ότι «μέσα από τις συνεδρίες επαγγελματικού προσανατολισμού επιβεβαιώνονται όλα όσα δείχνουν οι έρευνες για αυτήν τη γενιά, η οποία δίνει προτεραιότητα στην ισορροπία προσωπικής ζωής-δουλειάς, αντί για την επαγγελματική ανέλιξη με όρους εξουθένωσης, όπως οι προηγούμενες γενιές».
Στην έρευνα της Orientum για τα επαγγελματικά ενδιαφέροντα των Ελλήνων μαθητών τη δεκαετία 2012- 2021 (δείγμα 55.000 μαθητών/τριών Λυκείου) - άκρως αντιπροσωπευτικό για τη γενιά Ζ- η Επιχειρηματικότητα κατατάσσεται πρώτη στα ενδιαφέροντά τους με ποσοστό άνω του 40%. Το να ξεκινήσουν μια δική τους δουλειά, το βλέπουν ως ευκαιρία να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον εργασίας που τους παρέχει ευελιξία, ανεξαρτησία και ποιότητα ζωής.